Η τεχνική αυτή εφευρέθηκε στην Αμερική στις αρχές του 2000 και έκτοτε έχει διαδοθεί ευρέως σε όλο τον κόσμο.
Η θεραπεία με τη μέθοδο αυτή γίνεται με τη χρησιμοποίηση εκ μέρους του ασθενούς μιας σειράς αόρατων ναρθήκων που κατασκευάζονται από τη λήψη μέτρων υψηλής ακρίβειας.
Τα αρχικά μέτρα (μαζί με το σχέδιο θεραπείας) στέλνονται στα εργαστήρια της Invisalign, όπου ψηφιοποιούνται. Μετά από λίγες μέρες, αποστέλλεται ηλεκτρονικά η ηλεκτονική 3D εικόνα των δοντιών, το λεγόμενο ClinCheck, όπου φαίνονται οι μελλοντικες οδοντικές μετακινήσεις. Με τον τρόπο αυτό ο ασθενής γνωρίζει πριν καν ξεκινήσει η θεραπεία ποια θα είναι η τελική θέση των δοντιών του.
Από τη στιγμή που η oρθοδοντικός σε συνδυασμο με τον ασθενή συμφωνήσουν στο σχέδιο θεραπείας,ξεκινά η διαδικασία παραγωγής τους.
Οι ατομικές μεμβράνες πρέπει να φοριούνται 20-22 ώρες την ημέρα και να αντικαθίστανται κάθε δύο εβδομάδες από τις επόμενες, μέχρις ότου τα δόντια μετακινηθούν στις τελικές τους θέσεις.
Ο αριθμός των ναρθήκων που απαιτείται για κάθε ασθενή διαφέρει ανάλογα με τη βαρύτητα του περιστατικού, συνήθως όμως κυμαίνεται από 9-18 για τα ελαφρά περιστατικά και από 18-36 για τα πλήρη περιστατικά.